Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2009

Σύνταγμα - Ομόνοια μέσω Πανεπιστημίου....

Ένας δρόμος με δική του ιστορία



Η οδός Πανεπιστημίου ή όπως λεγόταν αρχικά η οδός Ελευθερίου Βενιζέλου ενώνει δυο μεγάλες πλατείες του κέντρου της Αθήνας, την πλατεία Συντάγματος με την πλατεία Ομονοίας. Αποτελεί ένα από τους πιο πολυσύχναστους και πολυ περπατημένους δρόμους της Αθήνας. Χιλιάδες κάτοικοι και επισκέπτες διασχίζουν καθημερινά τον δρόμο αυτό, αλλά δεν είναι πολλοί εκείνοι που αφιερώνουν λίγο από το χρόνο τους για να κοιτάξουν γύρω τους και να θαυμάσουν τα ξεχωριστά αρχιτεκτονικά δημιουργήματα που κοσμούν την οδό Πανεπιστημίου.
Ξεκινόντας ενά περίπατο από τη πλατεία Σύνταγματος αφήνουμε πίσω μας το μέγαρο της Βουλής των Ελλήνων, τα παλαιά λεγόμενα ανάκτορα.
Προχωρώντας επί της οδού Πανεπιστημίου, στα δεξιά μας συναντάμε τη καθολική εκκλησία του Αγίου Διονυσίου και το μουσείο νομισμάτων. Η καθολική εκκλησία ανήκει στον τύπο της τρίκλιτης βασιλικής και ο αρχικός της σχεδιασμός είχε γίνει από τον Γερμανό αρχιτέκτονα, ζωγράφο και διανοητή του κλασικισμού Λέο φον Κλέντσε, λόγω όμως των οικονομικών προβλημάτων το σχέδιο απλοποιήθηκε από τον Έλληνα αρχιτέκτονα Λύσανδρο Καυταντζόγλου. Το μουσείο νομισμάτων φιλοξενείται στο νεοκλασικό κτίριο που αποτέλεσε για αρκετά χρόνια την κατοικία του Βαυαρού αρχαιολόγου που ανακάλυψε τις Μυκήνες και την Τροία, Ερρίκου Σλήμαν.
Στο οικοδομικό τετράγωνο Σταδίου-Αμερικής-Πανεπιστημίου-Βουκουρεστίου βρίσκεται το επιβλητικό κτίριο του Μετοχικού Ταμείου του Στρατού. Το ΜΤΣ κτίστηκε στη δεκαετία του 1930 σε οικόπεδο που είχε παραχωρήσει η τότε βασιλική οικογένεια για να στεγαστούν εκεί κρατικές υπηρεσίες. Για την αξιοποίησή του οικοπέδου έγιναν επανειλημμένοι διαγωνισμοί. Τον τελικό διαγωνισμό κέρδισαν οι αρχιτέκτονες Βασίλειος Κασσάνδρας και Λεωνίδας Μπόνης, επάνω σε σχέδια των οποίων οικοδομήθηκε το μέγαρο του Μετοχικού Ταμείου Στρατού, το οποίο αποτελεί δείγμα του ευρωπαϊκού κλασικισμού της δεκαετίας του 1920 με στοιχεία όμως και της ελληνικής κλασικιστικής παράδοσης.
Λίγο πιο κάτω συναντάμε ένα χαρακτηριστικό δείγμα αρχιτεκτονικής δημοσίων κτιρίων της Ελλάδας του Μεσοπολέμου το οποίο έχει χαρακτηρισθεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο από το 1983. Το κτίριο της Τράπεζας της Ελλάδος εγκαινιάσθηκε το 1938 και σήμερα μέτα από επεκτάσεις που έγιναν τη δεκαετία του 1970 και το 1982 καταλαμβάνει ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο.
Ένα ακόμα κτίριο τράπεζας, δείγμα νεοκλασικού ρυθμού, είναι το κεντρικό κτίριο της Αγροτικής Τράπεζας. Το συναντάμε στη συμβολή των οδών Πενεπιστημίου και Εδουάρδου Λω και αποτελούσε το αρχοντικό του ιταλικής καταγωγής Έλληνα μεταλλειολόγου και επιχειρηματία Ιωάννη Σερπιέρη. Από το 1929 στεγάζονται εκεί τα κεντρικά γραφεία της Αγροτικής Τράπεζας.
Λίγο πριν φτάσουμε στην Ακαδημία συναντάμε το οφθαλμιατρείο Αθηνών. Ένα σπάνιο δείγμα ρομαντικού οικοδομήματος βυζαντινού ρυθμού στην χώρα μας. Τα έργα για την κατασκευή του ξεκίνησαν το 1847 με βάση τα σχέδια του Δανού αρχιτέκτονα Χάνσεν, ο οποίος όμως τρία χρόνια αργότερα έφυγε από την Ελλάδα, για να αναλάβει ο Λύσανδρος Καυταντζόγλου, που προχώρησε σε επανασχεδιασμό με εντολή του βασιλιά Όθωνα να μιμηθεί βυζαντινά πρότυπα. Το κτίριο πήρε τη σημερινή του μορφή το 1881 και έχει κηρυχθεί ως έργο τέχνης μαζί με το βοηθητικό κτίσμα επί της οδού Σίνα.
Έχοντας φτάσει πλέον στα μισά της διαδρομής μας σταματάμε για να θαυμάσουμε την γνωστή και ως «νεοκλασική τριλογία», δηλαδή τα κτίρια της Ακαδημίας Αθηνών, του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου και της Εθνικής Βιβλιοθήκης.
Το κτίριο της Ακαδημίας είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά δείγματα του αθηναϊκού κλασικισμού σε ολόκληρη την Ευρώπη. Αποτελεί έργο δυο από τους σημαντικότερους ξένους αρχιτέκτονες τον Δανό Θεόφιλο Χάνσεν και τον Γερμανό Ερνέστο Τσίλερ και η ανέγερση του ξεκίνησε το 1859 σε οικόπεδο που δώρησε η Μονή Πετράκη και ο Δήμος Αθηναίων και με σημαντική οικονομική ενίσχυση από τον τότε πρέσβη της Ελλάδας στην Βιέννη Σίμων Σίνα. Η σύνθεση του κεντρικού αετώματος των Προπυλαίων της Ακαδημίας είναι εμπνευσμένη από τη γέννηση της Αθηνάς. Το κεντρικό οικοδόμημα, που στεγάζει την αίθουσα συνεδριάσεων της Ακαδημίας, έχει τη μορφή Ιωνικού ναού, με στοιχεία δανεισμένα από το Ερεχθείο. Όλο το έργο έγινε με τη χρήση πεντελικού μάρμαρου. Η Ακαδημία εγκαταστάθηκε σε αυτό το κτίριο με την ιδρυσή της το 1926.
Τα σχέδια για την ανέγερση του κτιρίου του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου ανήκουν στον Δανό αρχιτέκτονα Χάνσεν, αλλά το έργο ολοκληρώθηκε απο διάφορους μηχανικούς και αρχιτέκτονες μεταξύ των οποίων ο Λύσανδρος Καυτατζόγλου και ο Αναστάσιος Θεοφιλάς. Το 1864, με την ολοκλήρωση των έργων το κτίριο είναι έτοιμο να υποδεχθεί τις υπηρεσίες του Πανεπιστημίου. Τα προπύλαια του Πανεπιστημίου κοσμούνται με τους ανδριάντες του Ρήγα Φεραίου, του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γρηγορίου Ε και τα καθιστά αγάλματα του Αδαμάντιου Κοραή και του Ιωάννη Καποδίστρια. Στον κήπο που είναι μπροστά στο κτίριο βρίσκεται ο ανδριάντας του Άγγλου πολιτικού Ουϊλιαμ Γλάδστον.
Το κτίριο της Εθνικής Βιβλιοθήκης θεμελιώθηκε το 1887 με πρωτοβουλία του πρωθυπουργού Χαρίλαου Τρικούπη. Η Εθνική Βιβλιοθήκη εγκαταστάθηκε στο κτίριο το 1903 με την ολοκλήρωση του έργου και περιλαμβάνει σήμερα περισσότερους από 3.000.000 τόμους, με σημαντικές και σπάνιες εκδόσεις. Η είσοδος είναι διαμορφωμένη σε πρόστυλο δωρικού ρυθμού, με πρότυπο το ναό του Ηφαίστου στην Αρχαία Αγορά. Μπροστά στο κτίριο βρίσκεται ο ανδριάντας του δωρητή Παναγή Βαλλιάνου και στον πρόδρομο οι ανδριάντες των αδελφών του Μαρίνου και Ανδρέα Βαλλιάνου.
Απέναντι από την «νεοκλασική τριλογία» στη συμβολή των οδών Κοραή και Παεπιστημίου βρίσκεται μια από τις πιο παλιές κατοικίες της Αθήνας. Η γνωστή και ως Οικία Ράλλη κτίστηκε το 1844 και αποτέλεσε κατοικία για τις σημαντικές οικογένειες του Δημήτριου Σούτσου, του Ανδρέα Συγγρού και την οικογενεία του πρώην πρωθυπουργού Δημήτριου Ράλλη. Η κατοικία έχει χαρακτηρισθεί διατηρητέα, ανακαινίσθηκε τη δεκαετία του 1990 και πλέον χρησιμοποιείται για εμπορικούς λόγους.
Φτάνοντας προς το τέλος της διαδρομής μας δυο ακόμα κτίρια είναι αυτά που θα μας κινήσουν την περιέργια. Από τη μία πλευρά το Αρσάκειο Μέγαρο σε αυστηρό κλασικό ρυθμό με λιτή διακόσμηση και το Ρεξ, ένα ακόμη έργο των Λεωνίδα Μπόνη και Βασίλη Κασσάνδρα. Το μέγαρο ανεγέρθη με σκοπό την στέγαση διδασκαλείου θηλέων και νηπιαγωγείου από τον αρχιτέκτονα Λύσανδρο Καυταντζόγλου και με οικονομική ενίσχυση από τον Έλληνα της διασποράς, Απόστολο Αρσάκη. Η είσοδος του Μεγάρου πλαισιώνεται με μαρμάρινους δωρικούς ημικίονες που φέρουν θριγκό και αέτωμα, την κορυφή τού οποίου κοσμεί κεφαλή τής Αθηνάς. Κάτι το οποίο είναι εξαιρετικά αξιοσημείωτο σχετικά με το μέγαρο είναι το γεγονός ότι για την οικοδόμηση του στρατιώτες μετάφεραν από την Ακρόπολη τους "περιττούς λίθους", με την ανακαίνιση όμως στα τέλη του 20ου αιώνα μεταφέρθηκαν πίσω στην Ακρόπολη και παρέμειναν μόνον όσοι ήταν «φέροντες», αφού προηγουμένως φωτογραφήθηκαν από την Αρχαιολογική Υπηρεσία.
Το τριώροφο μέγαρο Ρέξ φιλοξενούσε σττους χώρους του ένα κινηματογράφο επικαιροτήτων Σινεάκ, το κινηματογράφο σινεάκ και το θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη. Σήμερα το πρώην κινηματοθέατρο Ρεξ αξιοποιείται ως μουσική σκηνή, το Θέατρο Κοτοπούλη λειτουργεί ως Κοτοπούλη-Ρεξ, ενώ από το 1995 το πρώην Σινεάκ στεγάζει το Παιδικό Στέκι-Κατίνα Παξινού προς τιμήν της μεγάλης τραγωδού.
Τελειώνοντας τη βόλτα μας φτάνουμε στη πλατεία Ομονοίας. Η πλατεία, αποτελεί ακόμα και σήμερα την κεντρικότερη πλατεία της πολής καθώς βρίσκεται στην συμβολή πέντε μεγάλων έργων, αλλά έχει χάσει την παλιά της αίγλη και την ιστορία της.

Δεν υπάρχουν σχόλια: