Τρίτη 9 Φεβρουαρίου 2010

Εκπαίδευση… 3ου Βαθμου

«Διασκέδαση, ξεγνοιασιά, ελευθερία», με αυτές τις τρεις λέξεις περιγράφει η Έλενα, τεταρτοετής φοιτήτρια του Παντείου, τη φοιτητική της ζωή αφήνοντας τη παράμετρο της εκπαίδευσης έξω από αυτή.
Ο όρος «εκπαίδευση» εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 12ο αιώνα στη Β. Ιταλία, στην Αγγλία, την Ισπανία, τη Γερμανία και τη Τσεχία και σήμαινε την αναβάθμιση του εργατικού δυναμικού. Την εκπαίδευση παρείχαν εντελώς δωρεάν φιλανθρωπικές και θρησκευτικές οργανώσεις, των οποίων ο στόχος ήταν πρωταρχικά ηθικός. Με την πάροδο του χρόνου ο όρος άλλαξε πολλές σημασιοδοτήσεις, φτάνοντας στο σήμερα, που η εκπαίδευση στα μάτια των φοιτητών φαντάζει κάτι τελείως διαφορετικό σε σχέση με την αρχική σημασιοδότηση του όρου.
Όνειρο κάθε μαθητή, η φοιτητική ζωή αποτελεί την απαλλαγή του βάρους των πανελληνίων
εξετάσεων και του σχολείου, το δρόμο προς την ανεξαρτητοποίηση και την ελεύθερη διασκέδαση και όχι μέσο προσωπικής ανάπτυξης, γνώσης και επαγγελματικής κατάρτισης. Τα κριτήρια βάσει των οποίων οι μαθητές επιλέγουν το μελλοντικό ίδρυμα φοίτησης τους κάνει πιο ξεκάθαρο τον τρόπο σκέψης και θέασης της φοιτητικής ζωής και γενικότερα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Η Ιωάννα, φοιτήτρια του ΕΜΠ, λέει « πιστεύω πως πλέον τα παιδιά επιλέγουν βάση πόλης και όχι ιδρύματος. Είναι πολλοί εκείνοι που προτιμούν μεγάλες πόλεις γιατί έχουν καλύτερη διασκέδαση, σε σχέση με την επαρχία και θα περάσουν καλύτερα». Η Ιωάννα συμπληρώνει στα κριτήρια την επιρροή που ασκείται στους υποψήφιους από το περιβάλλον τους, αλλά και την επαγγελματική αποκατάσταση μετά την απόκτηση πτυχίου.
Η απάθεια και η αδιαφορία των φοιτητών απέναντι στο πραγματικό σκοπό της εκπαίδευσης μπορεί να οφείλεται στην περιρρέουσα αντίληψη περί κατώτερου επιπέδου εκπαίδευσης στην Ελλάδα, ταυτόχρονα όμως μια τέτοια στάση επιβαρύνει την ισχύουσα κατάσταση και αποτελεί τροχοπέδη για τη βελτίωση της.
Τα προβλήματα στην εκπαίδευση και ειδικά την τριτοβάθμια, τα οποία είναι γνωστά σε γενικές γραμμές βγάζουν τους φοιτητές συχνά στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν και να απαιτήσουν αυτά που δικαιούνται.

Από τη πρώτη μέρα στη σχολή, κατά τη διάρκεια των εγγραφών, οι «νέοι» φοιτητές καλούνται να αντιμετωπίσουν ανοργάνωτες γραμματείες, υποδομές που δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις ενός σύγχρονου πανεπιστημίου, κατεστραμμένα αμφιθέατρα και παντελή, σε πολλές περιπτώσεις, έλλειψη υλικοτεχνικών υποδομών. Το πρόβλημα επεκτείνεται με ελλείψεις και στο διδακτικό δυναμικό, αλλά και με καθηγητές «φαντάσματα» που αν και στο πρόγραμμα έχουν μαθήματα δεν τα διδάσκουν ποτέ οι ίδιοι.
Τα προβλήματα από σχολή σε σχολή διαφέρουν, όμως έχουν κοινό παρανομαστή τα, επίσης, ελλιπή κονδύλια που παρέχει το κράτος. Η Ελλάδα αριθμεί αισίως, 20 Ιδρύματα Ανώτατης Εκπαίδευσης, 14 Ιδρύματα Τεχνολογικής Εκπαίδευσης και Ανοιχτό Πανεπιστήμιο. Το καθένα από αυτά αποτελείται από διάφορες σχολές, οι οποίες με τη σειρά τους αποτελούνται από διάφορα τμήματα. Στο σύνολο προστίθενται και τα Ιδρύματα Ανώτερης Εκπαίδευσης, όπως π.χ. η Ακαδημία Εμπορικού Ναυτικού. (Βλ. Εδώ) Το ερώτημα είναι αν μπορούν τα παρεχόμενα κονδύλια να καλύψουν τις ανάγκες αυτού του μεγάλου αριθμού ιδρυμάτων, αλλά και του συνεχώς αυξανόμενου αριθμού φοιτητών που τα απαρτίζουν.
Σύμφωνα με μελέτη για τα «Βασικά στοιχεία για την Εκπαίδευση στην Ευρώπη 2009», η Ελλάδα είναι τελευταία στη χρηματοδότηση της δωρεάν εκπαίδευσης στην Ε.Ε. των «15». Επίσης σημαντικό είναι το γεγονός ότι ενώ αριθμητικά μεταξύ 2002-2006 παρατηρήθηκε αύξηση των φοιτητών κατά 40.000, η οικονομική υποστήριξη τους παραμένει ίδια από το κράτος, αφήνοντας τη χώρα στα χαμηλότερα ευρωπαϊκά επίπεδα. (Βλ. Εδώ)
Παρόλη τη μαύρη εικόνα που δημιουργούν τα προβλήματα για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε και τα θετικά στοιχεία της. Δωρεάν εκπαίδευση για όλους τους επιτυχόντες των εισαγωγικών εξετάσεων, δωρεάν συγγράμματα, σίτιση ακόμα και στέγαση, όταν υπάρχουν οι απαραίτητες υποδομές. Θετικό στοιχείο αποτελεί και το επίπεδο σπουδών, το οποίο παραμένει σε υψηλά επίπεδα αποδεικνύοντας πως η ουσία, παρά τις τόσες ελλείψεις των πανεπιστημίων, δεν λείπει. Επιπλέον, τα προγράμματα κινητικότητας φοιτητών, δίνουν την ευκαιρία σε αυτούς που το επιθυμούν να φοιτήσουν έως και ένα ακαδημαϊκό έτος σε κάποιο ίδρυμα εξωτερικού με υποτροφία από το Ι.Κ.Υ. Βλ. Εδώ)
Το «μετά» την απόκτηση πτυχίου εκτός από κριτήριο επιλογής ιδρύματος αποτελεί και πεδίο προβληματισμού για τους φοιτητές. Δυναμική έξοδο σε μια κορεσμένη αγορά εργασίας, ανίκανη να απορροφήσει νέους, που πλήττεται από την οικονομική κρίση ή συνέχεια στις ακαδημαϊκές σπουδές ελπίζοντας πως θα μας εξασφαλίσει ευκολότερη και καλύτερη αποκατάσταση;
Πολλοί είναι εκείνοι πλέον που επιλέγουν μεταπτυχιακές, αλλά και διδακτορικές σπουδές. Το δίλημμα, όμως, Ελλάδα ή εξωτερικό διχάζει τους ενδιαφερόμενους.
Ανάμεσα σε αυτούς είναι ο Αντρέας και η Αλεξάνδρα, μεταπτυχιακός και τελειόφοιτη Παντείου αντίστοιχα. Ο Αντρέας πιστεύει ότι το πρόβλημα με τα μεταπτυχιακά στην Ελλάδα είναι αυτό της έλλειψης υποδομών, το οποίο μπορεί να λυθεί μόνο με την αναβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης. Λέει μάλιστα χαρακτηριστικά πως «όπως γενικότερα στην παιδεία έτσι και σε αυτές τις βαθμίδες παρατηρούνται ελλείμματα στις υποδομές που βοηθούν ένα φοιτητή στην έρευνα» και συμπληρώνει λέγοντας « είναι λάθος η εντύπωση πως τα μεταπτυχιακά στο εξωτερικό είναι καλύτερα από της Ελλάδας. Εξαρτάται από το αντικείμενο».
Η Αλεξάνδρα, μετά την εμπειρία της στο εξωτερικό στο πλαίσιο του προγράμματος κινητικότητας Έρασμος διαπιστώνει πως « η εκπαίδευση στο εξωτερικό είναι πολύ καλύτερη. Εκεί τα πράγματα είναι πιο αυστηρά». Για αυτό το λόγο η Αλεξάνδρα θα διάλεγε το εξωτερικό για να συνεχίσει τις σπουδές της, όμως οικονομικοί λόγοι δεν τις επιτρέπουν κάτι τέτοιο.
Πρέπει να γίνει το σύστημα πιο αυστηρό ή εμείς να το αξιολογούμε με λιγότερη αυστηρότητα; Γεγονός είναι πως αν η Ελλάδα δεν κάνει την υπέρβαση της στο τομέα της εκπαίδευσης ολοένα και μεγαλύτερος αριθμός νέων, βρίσκοντας τις οικονομικότερες δυνατές λύσεις, θα προτιμά το εξωτερικό τόσο για προπτυχιακή όσο και για μεταπτυχιακή εκπαίδευση. Όπως επίσης γεγονός είναι πως υπάρχουν ακόμα κάποιοι , που παραμερίζοντας τα προβλήματα και τις δυσκολίες, θέλουν να «εκπαιδεύσουν» εκείνους που πραγματικά θέλουν να «εκπαιδευτούν».